τέρτα

τέρτα
τέρτα· ἡ τρίτη, Hsch., cf. Choerob. in An.Ox.2.275, EM665.41. (Prob. [dialect] Aeol.; cf. Τέρτιος [dialect] Aeol. pr. n. IG12(2).275.1, = Arc. Τρίτιος, and
A

Τέρτυλλος Act.Ap.24.1

, etc., = Arc. Τρίτυλλος.)

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Τέρτα — Πόλη της αρχαίας Θράκης. Βρισκόταν ανάμεσα στη Σαρδική (τη σημερινή Σόφια) και στη Φιλιππούπολη. Μερικοί συγγραφείς την ονομάζουν και Τραϊτό …   Dictionary of Greek

  • τέρτος — θηλ. τέρτα και τερτία, Α βλ. τρίτος …   Dictionary of Greek

  • τρίτος — η, ο / τρίτος, η, ον, ΝΜΑ, και αιολ. τ. τέρτος, θηλ. τέρτα και τερτία, Α 1. αυτός που κατέχει τη θέση μετά τον δεύτερο, ο τελευταίος από τους τρεις 2. (το ουδ. εν. ως επίρρ.) τρίτο(ν) (μετά το πρώτο[ν] και το δεύτερο[ν]) κατά τρίτο λόγο, σε τρίτη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”